περιαύλιον

περιαύλιον
το двор вокруг здания

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "περιαύλιον" в других словарях:

  • περιαύλιον — περϊαύλιον , περί αὐλέω play on the flute imperf ind act 3rd pl (doric) περϊαύλιον , περί αὐλέω play on the flute imperf ind act 1st sg (doric) περϊαύλιον , περί αὐλέω play on the flute imperf ind act 3rd pl (doric) περϊαύλιον , περί αὐλέω play… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιαύλιο — το / περιαύλιον, ΝΜ περιφραγμένη αυλή γύρω από ένα οικοδόμημα, ιδίως γύρω από μονή η εκκλησία. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + αὐλή (πρβλ. προαύλιο)] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»